Σχολιαμοί τρέχουσας επικαιρότητας
Α. Οικονομία
Είναι αυτονόητο ότι οι τελεσίδικες αποφάσεις της Δικαιοσύνης πρέπει να γίνονται σεβαστές από τη διοίκηση. Σε αντίθεση με τη σημερινή Κυβέρνηση, η Νέα Δημοκρατία αναγνωρίζει πλήρως την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και δεν παίζει με τους θεσμούς και το Κράτος Δικαίου.
Δεν είναι όμως υπεύθυνο να καλλιεργούν ορισμένοι ελπίδες με βάση την απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου της Θεσσαλονίκης, με την οποία κρίνεται παράνομη η κατάργηση των δώρων. Ιδίως όταν είναι οι ίδιοι που έκαναν εμπόριο ευαισθησίας όλα αυτά τα χρόνια και τελικά εξαφάνισαν το ΕΚΑΣ, έκοψαν έως και 40% τις συντάξεις για όσους βγήκαν στη σύνταξη μετά το 2016 και τελικά ψήφισαν δύο φορές νέες περικοπές για το 2020.
Σε ό,τι, δε αφορά το συνταξιοδοτικό, η Νέα Δημοκρατία έχει δεσμευθεί για την κατάργηση του νόμου Κατρούγκαλου και για την εφαρμογή ενός νέου συστήματος που βασίζεται σε έναν αναδιανεμητικό πυλώνα και δύο κεφαλαιοποιητικούς. Με αυτό το σύστημα διασφαλίζονται οι συντάξεις τόσο των υφιστάμενων συνταξιούχων όσο και των σημερινών εργαζομένων οι οποίοι φοβούνται ότι οι εισφορές τους πηγαίνουν σήμερα σε ένα βαρέλι χωρίς πάτο.
Η Νέα Δημοκρατία θεωρεί προϋπόθεση για να βγει η χώρα από την κρίση, την επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης πολύ πάνω από το 1,2% και το 1,9%. Για να γίνει αυτό όμως πράξη, είναι απολύτως αναγκαίο να αποκατασταθεί η αξιοπιστία της χώρας τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Δυστυχώς οι προβλέψεις για χαμηλή ανάπτυξη οφείλονται σε ένα βαθμό και στο λεγόμενο “πολιτικό ρίσκο” το οποίο είναι απόρροια της μηδενικής εμπιστοσύνης που υπάρχει προς την Κυβέρνηση Τσίπρα. Η Νέα Δημοκρατία θα εφαρμόσει ένα τολμηρό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που αφενός θα απελευθερώσει τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας και αφετέρου θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη και θα επιτρέψει την προσέλκυση σημαντικών επενδύσεων. Η Ελλάδα δεν είναι καταδικασμένη να φυτοζωεί.
Β. Επίθεση της Κυβέρνησης στον Κεντρικό Τραπεζίτη
Είναι αδιανόητο να γίνονται συσκέψεις που αφορούν το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας και να μην καλείται ο Κεντρικός Τραπεζίτης που είναι και ο καθ’ ύλην αρμόδιος. Ενδεχομένως ο κ. Τσίπρας να τρέφει μεγαλύτερη εκτίμηση στον κ. Φλαμπουράρη στον οποίο ανέθεσε προσφάτως την εποπτεία των τραπεζών, αλλά μάλλον ο κ. Στουρνάρας έχει λίγες περισσότερες γνώσεις επί του θέματος. Σε κάθε περίπτωση, οι επιθέσεις που δέχεται ένας ανεξάρτητος θεσμός όπως είναι η Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδος μόνο ζημιά κάνουν στην αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας στο εξωτερικό και κατ’ επέκταση στην προσπάθεια της να αποκτήσει πρόσβαση στις αγορές και να σταθεί στα πόδια της. Η Κυβέρνηση πρέπει επιτέλους να συνειδητοποιήσει ότι για τα σημερινά προβλήματα της οικονομίας φέρει ακέραιη την ευθύνη. Άλλωστε το να επιζητεί διαρκώς εχθρούς για να καλύψει την ανικανότητά της δεν πείθει πια κανέναν.
Γ. Ε.Ρ.Τ.
Στόχος της χθεσινής επερώτησης της ΝΔ είναι να εμποδίσει με όσα μέσα διαθέτει τη διαρκή διολίσθηση της Ε.Ρ.Τ. σε ΣΥΡΙΖΑ-CHANNEL. Χρειάζεται ενδελεχής έλεγχος ώστε να διασφαλιστεί πως τα χρήματα των πολιτών δεν καταλήγουν σε μία μαύρη τρύπα αδιαφάνειας και κακοδιαχείρισης. Κάθε μέρα έρχονται στο φως της δημοσιότητας και νέες καταγγελίες για τον τρόπο λειτουργίας της Ε.Ρ.Τ. Χθες μάλιστα υπήρξε και άλλη μία παραίτηση υψηλόβαθμου στελέχους που όρισε ο ΣΥΡΙΖΑ, του κ. Ταλαμάγκα, ο οποίος είχε αυξημένες αρμοδιότητες ως εντεταλμένος σύμβουλος και οι λόγοι παραίτησής του δεν είναι ακόμα γνωστοί..
Σε κάθε περίπτωση, οι καταγγελίες οι οποίες προέρχονται και από στελέχη της Δημόσιας Τηλεόρασης επιβεβαιώνουν όσα υποψιάζονται όλοι όσοι εξακολουθούν να παρακολουθούν τις εκπομπές της και ιδίως τις “ενημερωτικές”. Οι καταγγελίες αφορούν μια πρωτοφανή εκμετάλλευση της δημόσιας τηλεόρασης για ιδιοτελή και συντεχνιακά συμφέροντα, αναξιοκρατία, αδιαφάνεια κακοδιαχείριση και βέβαια στυγνή κυβερνητική προπαγάνδα που όμοια της συναντάται μόνο σε αυταρχικά καθεστώτα.
Τα τελευταία πολλά χρόνια η ΕΡΤ είχε χτίσει μια δημοσιογραφική αξιοπιστία, οι δημοσιογράφοι που επιλέγονταν να έχουν την ευθύνη των εκπομπών ενημέρωσης ήταν μετριοπαθείς και καθ’ οιονδήποτε τρόπο δεν έδιναν την αίσθηση ότι είναι κυβερνητικά φερέφωνα. Αυτό που συμβαίνει επί ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει προηγούμενο και γι’ αυτό άλλωστε και η δημόσια τηλεόραση έχει απαξιωθεί πλήρως και δεν την παρακολουθεί κανείς. Άλλωστε, όλα αυτά δεν τα λέει πλέον μόνον η αντιπολίτευση. Υπάρχουν αλλεπάλληλες καταγγελίες από στελέχη της Ε.Ρ.Τ. που διορίστηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και λένε δημοσίως ότι η ΕΡΤ απαξιώνεται καθημερινά από εγκάθετους της Κυβέρνησης οι οποίοι τη χρησιμοποιούν ως όχημα προπαγάνδας.
Στις 12.9.2018 μάλιστα ο δημοσιογράφος της Ε.Ρ.Τ., κ. Αλαφογιώργος με ανάρτησή του σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης κάλεσε τον πρόεδρο της Ένωσης Εισαγγελέων «να επιληφθεί των δαπανών εκτός Ε.Ρ.Τ. που επιβαρύνουν άσκοπα την υπηρεσία και να ελέγξει το δημόσιο χρήμα».
Δ. Δ.Ε.Η.
Την ώρα που οι Έλληνες ακριβοπληρώνουν τη Δ.Ε.Η. που καταρρέει, η κυβέρνηση την υποχρέωσε να εξαγοράσει έναντι 4,8 εκατ. ευρώ μια σκοπιανή εταιρεία ηλεκτρισμού που πέρυσι εμφάνισε ζημιές ύψους 5,4 εκατ. ευρώ. Επιπλέον ερωτήματα εγείρονται λόγω του γεγονότος ότι αυτή η εταιρεία ανήκει στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης των Σκοπίων. Η κυβέρνηση οφείλει να απαντήσει άμεσα με ποια σκοπιμότητα και ποια κριτήρια επέλεξε να εξαγοράσει μια προβληματική επιχείρηση στα Σκόπια και, κυρίως, πώς αιτιολογεί το τίμημα.
Μέσα σε τέσσερα μόλις χρόνια η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα μετέτρεψε τη μεγαλύτερη εταιρεία της χώρας από βασικό αναπτυξιακό πυλώνα για την Ελληνική οικονομία σε μέγιστο συστημικό κίνδυνο: Από το 2014 μέχρι το 2017 η χρηματιστηριακή αξία της ΔΕΗ μειώθηκε κατά 84%, τα λειτουργικά κέρδη της (EBIDTA) κατά 64%, ενώ τα ληξιπρόθεσμά της υπερτριπλασιάστηκαν. Και δεν τελειώνουν εδώ τα προβλήματα. Η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα έχει επιβάλει επιπλέον στη ΔΕΗ να χάσει το 40% του κύκλου εργασιών της, δηλαδή 2 δισεκατομμύρια ευρώ, χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Προχωρά επίσης στην πώληση του 40% της λιγνιτικής παραγωγής της εταιρείας χωρίς να ορίζει ελάχιστο τίμημα. Και δεν εξηγεί πώς η ΔΕΗ, που σήμερα με 5 δις τζίρο παρουσιάζει ζημιές, θα επιβιώσει όταν ο τζίρος της εταιρείας θα προσεγγίσει τα 3 δις ευρώ, όπως ο ίδιος κ. Σταθάκης έχει αναφέρει σε πρόσφατη συνέντευξή του.