Δυσεπίλυτο πρόβλημα για τους κτηνοτρόφους αποτελεί η επέκταση του εντόμου Lymantria dispar L, το οποίο περιορίζει την βοσκήσιμη σκληρόφυλλη βλάστηση της Ανατολικής Μακεδονίας.
Έτσι αναγκάζονται να προμηθεύονται ζωοτροφές για τα σιτηρέσια τους, σε μία δύσκολη οικονομική περίοδο για αυτούς. Το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος και συγκεκριμένα το παράρτημα της Ανατολικής Κεντρικής Μακεδονίας, θεωρεί αναγκαιότητα την χρηματοδότηση και άμεση εφαρμογή ενός προγράμματος επισκόπησης, καθότι το έντομο εμφανίζεται σε πολλές περιοχές της χώρας, δημιουργώντας τεράστια προβλήματα στους κτηνοτρόφους.
Τέλος θεωρείται αναγκαίο σύμφωνα με το ΓΕΩΤΤΕ να εφαρμοστούν μέτρα, για την πρόληψη και αντιμετώπιση του εντόμου, μέσω προγράμματος χρηματοδότησης. Αναλυτικά η ανακοίνωση του Παραρτήματος Ανατολικής Μακεδονίας του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος.
«Τη φετινή χρονιά, όπως και τα προηγούμενα δύο χρόνια, γίναμε στην Ανατολική Μακεδονία μάρτυρες της επέλασης του εντόμου Lymantria dispar L. στην εν δυνάμει βοσκήσιμη σκληρόφυλλη βλάστηση δημιουργώντας πολλά και ποικίλα προβλήματα, όπως:
Ολοκληρωτική απώλεια βοσκήσιμης βλάστησης στην εκτατική αιγοτροφία της περιοχής μας, αναγκάζοντας τους κτηνοτρόφους μας να αγοράζουν ζωοτροφές σε μια δύσκολη οικονομικά εποχή για αυτούς, αφού όπως πιθανόν να γνωρίζετε πλήττονται οικονομικά από τις χαμηλές τιμές του γάλακτος. Η εκτατική μορφή της κτηνοτροφίας με την ελεύθερη βόσκηση των ζώων, μειώνει σε μεγάλο βαθμό το κόστος παραγωγής και βελτιώνει την ποιότητα των παραγόμενων κτηνοτροφικών προϊόντων. Συνεπώς, η ζημιά που προκαλείται στην κτηνοτροφία της περιοχής μας είναι πολλαπλή.
Επιπρόσθετα, τα έντομα αυτά προκαλούν αλλεργίες στα ζώα κι ερεθισμούς στο στόμα τους κατά τη βόσκηση, παρεμποδίζοντας την κανονική πρόσληψη τροφής τις επόμενες ημέρες, με δυσμενείς επιπτώσεις στην παραγωγικότητά τους.
Ενόχληση στους κατοίκους των παραδασόβιων οικισμών και χωριών. Στις Π.Ε. Καβάλας και Δράμας οι κάτοικοι τέτοιων περιοχών κυριολεκτικά δεν μπορούν να βγουν από τα σπίτια τους. Mόνοι τους παρά τις προσπάθειες τους δεν μπορούν να τα καταπολεμήσουν, λόγω του τεράστιου αριθμού των προνυμφών, που έχοντας καταναλώσει ολοκληρωτικά την παραδασόβια βλάστηση, εισβάλλουν στους οικισμούς και στις αυλές τους, ψάχνοντας για τροφή στα καλλωπιστικά κι άλλα φυτά που διατηρούν.
Αυτό το γεγονός έχει καταγραφεί επανειλημμένα στα τοπικά έντυπα και ραδιοφωνικά μέσα τον τελευταίο καιρό. Σε αυτές τις παρεμβάσεις τους απλοί πολίτες, κτηνοτρόφοι κι εκλεγμένοι πρόεδροι τοπικών κοινοτήτων, ακόμα και βουλευτές ζητάνε την παρέμβαση της πολιτείας.
Επιπρόσθετα κινδυνεύουν και οι συμπολίτες μας από τις αλλεργίες που μπορεί να προκαλέσουν οι προνύμφες του συγκεκριμένου εντόμου, καθιστώντας το έντομο αυτό υγειονομικής σημασίας, ιδιαιτέρως σε ευαισθητοποιημένους στις αλλεργίες οργανισμούς.
Η εξάπλωση και οι εξάρσεις του εντόμου πλέον δεν είναι μια φορά ανά 5-10 χρόνια, όπως αναφέρεται στην βιβλιογραφία, αλλά με τα μέχρι σήμερα δεδομένα η έξαρση του εντόμου είναι συνεχόμενη με τριετής διάρκεια. Αυτό πιθανόν να οφείλεται και στην κλιματική αλλαγή (Δ. Αβτζής, 2017) με αποτέλεσμα να μειώνεται η αύξηση της αυτοφυούς βλάστησης, να εξασθενίζει σημαντικά, καθιστώντας την πιο ευαίσθητη σε δευτερογενείς προσβολές από εχθρούς, ασθένειες κι από τις πυρκαγιές. Όσον αφορά τις προσβεβλημένες περιοχές αυτές εκτείνονται και στις 3 Περιφερειακές Ενότητες, Δράμας, Καβάλας και Σερρών, καταλαμβάνοντας μεγάλες εκτάσεις.
Για τον περιορισμό του εντόμου τα τελευταία 3 χρόνια είναι αξιέπαινες οι ενέργειες της ΔΑΟΚ Δράμας – Π.Ε. Δράμας που γίνονται με τη συνεργασία του Περιφερειακού Κέντρου Προστασίας Φυτών Ποιοτικού και Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου Καβάλας και του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών Θεσσαλονίκης. Λόγω της έλλειψης πόρων, προσωπικού και κεντρικού σχεδιασμού, αυτές περιορίζονται στην παρακολούθηση του πληθυσμού των εντόμων μέσω της εξέτασης των ωοπλακών, τον εντοπισμό εκκολάψεων και με τη χρήση φερορμονικών παγίδων, στην ενημέρωση των αρμόδιων αρχών, πολιτών και καταστημάτων φυτοπροστατευτικών και στο συντονισμό όλων των εμπλεκόμενων υπηρεσιών (Δασικών, Γεωργικών κ.α. υπηρεσιών) με στόχο την έγκαιρη προειδοποίηση. Δυστυχώς όμως δεν μπορούν να προχωρήσουν στην εφαρμογή προγραμμάτων καταπολέμησης του εντόμου.
Για τους λόγους αυτούς επιτακτική είναι η ανάγκη χρηματοδότησης και άμεσης εφαρμογής κεντρικά και για όλη τη χώρα ενός προγράμματος επισκοπήσεων, κατ’ έτος του εντόμου, καθότι το έντομο παρουσιάζει εξάρσεις σε πολλές περιοχές της χώρας, αφήνοντας σε απόγνωση τους κτηνοτρόφους και τους κατοίκους αυτών των περιοχών. Παράλληλα με τις επισκοπήσεις θα πρέπει να χρηματοδοτηθεί και η εφαρμογή μέτρων για την πρόληψη και την αντιμετώπιση του εντόμου και των προβλημάτων που αυτό δημιουργεί. Τα αποτελέσματα των επισκοπήσεων θα βοηθήσουν στη σύνταξη ενός σχεδίου λήψης μέτρων μέσω της ενεργοποίησης του κατάλληλου μηχανισμού αντιμετώπισης. Ο μηχανισμός αυτός θα είναι αποτελεσματικός εφόσον επιτευχθεί η συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων (Υπουργεία, Δασικές υπηρεσίες, Ι.Δ.Ε., ΔΑΟΚ κ.α.).
Σήμερα που το έντομο έχει σχεδόν φτάσει στο ενήλικο στάδιο, ολοκληρώνοντας τις ζημιές που έχει προκαλέσει για φέτος, θα πρέπει η πολιτεία να προχωρήσει στη λήψη άμεσων μέτρων αποζημίωσης πρώτα των κτηνοτρόφων που επλήγησαν φέτος και τα προηγούμενα χρόνια από το έντομο αυτό, αξιοποιώντας τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία (επιδότηση ζωοτροφών, ΠΣΕΑ κ.α.). Παράλληλα δε στις έντονα πληγείσες περιοχές, αξιοποιώντας τα υπάρχοντα καταγεγραμμένα δεδομένα της ΔΑΟΚ Δράμας – Ι.Δ.Ε. Θεσσαλονίκης, να προχωρήσει άμεσα από την επόμενη χρονιά στην πιλοτική καταπολέμηση του εντόμου. Στο παρελθόν έχει γίνει τέτοια καταπολέμηση με φιλικά για το περιβάλλον σκευάσματα, σε κλίμακα 10.000 στρεμμάτων (Μ. Κανταρτζή & Ζ. Ζαρταλούδης, 2004) με ικανοποιητικά αποτελέσματα που όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά οι ερευνητές, «μπορούν να αποτελέσουν βάση για την αντιμετώπιση παρόμοιων επιδημικών καταστάσεων σε όλη την χώρα».
ΓΕΩΤΕΕ