Είκοσι χρόνια μετά τον θάνατό του, τίποτε δεν μας εμποδίζει να το πούμε ξανά: ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είναι ένας πολιτικός ηγέτης για τον οποίον αισθάνεται υπερηφάνεια η Νέα Δημοκρατία, αλλά και μεγάλο σεβασμό όλοι οι πολίτες.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν σφράγισε την εθνική πορεία μόνο με τα σημαντικά του επιτεύγματα, αλλά και με το υψηλό αίσθημα της συνολικής του παρουσίας. Αποτιμώντας την καθοριστική συμβολή του στην πορεία της Ελλάδας, δεν θα σταθώ, απλώς, στις μεγάλες τομές στις οποίες πρωταγωνίστησε, όπως το Σύνταγμα του 1975 και την ένταξη στην Ευρώπη. Θα ήθελα να στραφώ στη μεγάλη εικόνα της πολύχρονης δράσης του και στις πολλές και τόσο χρήσιμες αναγνώσεις που αυτή μας προσφέρει στη σημερινή συγκυρία.
Η ματιά του Κων. Καραμανλή πάνω στα πράγματα είχε μια αδρή σαφήνεια. Και η στόχευσή του οριζόταν από ένα διαχρονικά σταθερό τετράπτυχο: οικονομική ανάπτυξη, εδραίωση και διεύρυνση της δημοκρατίας, ασφάλεια, ευρωπαϊκός δρόμος. Ωστόσο, και αυτό είναι το σημαντικότερο, τα πεδία αυτά δεν τα χειρίστηκε ποτέ χωριστά. Αποτελούσαν πτυχές της ίδιας στρατηγικής αντίληψης που ήθελε να υπερβεί την καθυστέρηση και τη στασιμότητα της Ελλάδας βάζοντάς την αποφασιστικά στην τροχιά της Δύσης. Κάτι που δεν θα μπορούσε να συμβεί χωρίς να γίνει η ελληνική οικονομία ανταγωνιστική.
Πράγματι, η οικονομική έκρηξη, κυρίαρχο γνώρισμα της πρώτης πρωθυπουργικής θητείας του Κων. Καραμανλή τα χρόνια της μεταπολίτευσης, έγινε η βάση για τον δυναμικό εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας. Μας θυμίζει ότι τις περιόδους μεγάλης κρίσης μπορεί να τις διαδεχθούν περίοδοι ταχύτατης ανάπτυξης. Μιας ανάπτυξης που ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη των άλλων στόχων του Κων. Καραμανλή. Γιατί, χωρίς βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων, πώς θα μπορούσε να σταθεί, πώς θα μπορούσε να δικαιωθεί και να εδραιωθεί ο κοινοβουλευτισμός, σε έναν τόπο πληγωμένο από αδελφοκτόνους διχασμούς; Και πώς χωρίς εύρωστους θεσμούς θα μπορούσε μια εύθραυστη δημοκρατία να ριζώσει στην Ευρώπη; Αυτόν τον συνδυασμό κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής που ήταν ενταγμένος σε μία εθνική, γεωστρατηγική και, τελικά, πολιτισμική επιλογή πρέπει να τον συγκρατήσουμε και να τον επικαιροποιήσουμε.
Η σταθερή δημοκρατία που βιώνουμε από το 1974 προήλθε από ένα μείγμα μεταρρυθμιστικής βούλησης και αποφασιστικής σύνεσης. Η ένταξη στην Ευρώπη θωράκισε οριστικά τη χώρα από κάθε είδους επιβουλή, διαμορφώνοντας το πλαίσιο ώστε να καταστεί μια ανεπτυγμένη, μια κανονική χώρα της Δύσης στο κλείσιμο του 20ού αιώνα. Αυτό, ωστόσο, δεν ήταν ούτε εύκολο, ούτε απλό.
Ασφαλώς, ο Καραμανλής γνώριζε ότι η Ελλάδα του 1980 δεν ήταν πλήρως έτοιμη για την ευρωπαϊκή οικογένεια. Εβλεπε, όμως, την Ευρώπη, κόντρα στις πρόσκαιρες αντιδράσεις της κοινής γνώμης και του υπόλοιπου πολιτικού συστήματος, ως μια άγκυρα, ένα ασφαλές θεσμικό, οικονομικό αλλά και γεωπολιτικό καταφύγιο. Επρεπε να περάσουν 35 χρόνια και να φτάσει το καταστροφικό καλοκαίρι του 2015 για να συνειδητοποιήσουμε πόσο σοφή ήταν η επιλογή του.
Από το 1980 η Ν.Δ. υπήρξε θεματοφύλακας αυτού του σημαντικού εθνικού κεκτημένου. Την τριετία 1990-1993, αναλαμβάνοντας μεγάλο πολιτικό κόστος, ξανάφερε τη χώρα στη σοβαρή οικονομική διαχείριση, έκανε μεταρρυθμιστικές τομές και δρομολόγησε βασικά έργα υποδομής σε όλη την επικράτεια. Το διάστημα 2004-2009 διεύρυνε καθοριστικά τις διεθνείς σχέσεις της χώρας και προώθησε σημαντικές αποκρατικοποιήσεις. Ενώ στα χρόνια από το 2012 έως το 2015, σε συνθήκες που δεν πρέπει ποτέ να ξεχάσει η γενιά μας, η Ν.Δ. υπήρξε η κυρίαρχη σταθερά που κράτησε τη χώρα μας στο ευρώ, στην Ευρώπη και, τελικά, στη Δύση.
Ακόμη και το εφιαλτικό καλοκαίρι του 2015, η Ν.Δ., μαζί με άλλες προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις, έκανε τη μεγάλη υπέρβαση για να σώσει την πατρίδα από την πλήρη κατάρρευση. Την κρίσιμη ώρα έβαλε το εθνικό καλό πάνω από το κομματικό συμφέρον, κάτι που ουδέποτε έπραξαν αυτοί που κυβερνούν σήμερα.
Ασφαλώς και δεν υπονοώ ότι η Ν.Δ. ήταν η μόνη που εργάστηκε για την Ελλάδα της Ευρώπης. Ωστόσο, η Ν.Δ. αναδείχθηκε ως η ήρεμη δύναμη που πέτυχε, μέσα στην κρίση, να σταθεί όρθια ως ο βασικός εγγυητής της εθνικής σταθερότητας. Το κατάφερε στηριγμένη και στην παρακαταθήκη του Κων. Καραμανλή, στις καθαρές γραμμές με τις οποίες αυτός προδιέγραψε το μέλλον της χώρας.
Γιατί αν κάτι διέκρινε τον Κων. Καραμανλή ήταν η ικανότητά του να αντιμετωπίζει τις μεγάλες προκλήσεις με διορατικότητα και ρεαλισμό. Πότε αμβλύνοντας διαφορές, πότε συζητώντας με όμορους πολιτικούς χώρους και πότε ανοίγοντας τολμηρά την παράταξη.
Στις ημέρες μας, οι παθογένειες δεκαετιών σαν εκείνες που αντιμετώπισε, κατά καιρούς, ο ιδρυτής μας έχουν δυστυχώς επανέλθει και πολλαπλασιαστεί. Δεν θα διστάσω να πω ότι ορισμένες από αυτές μεταλλάχθηκαν με την κυριαρχία του εθνικολαϊκισμού στην αντιπολίτευση την περίοδο μετά το 2012, αλλά και την τραγική και τραυματική κυβερνητική εμπειρία τα χρόνια μετά το 2015.
Η εικόνα της Ελλάδας, η οικονομία, η θεσμική της λειτουργία, η καθημερινή της ηρεμία και ασφάλεια, η γεωπολιτική σταθερότητα –όλα όσα θεωρούσαμε δεδομένα– όλα αυτά είναι τώρα υπό αμφισβήτηση. Η αυτοπεποίθηση των Ελλήνων υποχωρεί, ενώ δυνατά υπόγεια ρεύματα διαβάλλουν ακόμα και την ίδια την αξία της αστικής δημοκρατίας, προβάλλοντας πρότυπα αυταρχισμού με ταυτόχρονη και άκρως επικίνδυνη υπονόμευση των θεσμών. Εκτός συνόρων, η κατάσταση γίνεται όλο και πιο σύνθετη, κρίσιμα γεωπολιτικά μεγέθη αλλάζουν και οι γείτονές μας καθίστανται όλο και πιο απρόβλεπτοι. Ολα αυτά, ενώ η Ευρώπη αναζητεί νέο προσανατολισμό και η Ελλάδα, από ισότιμος εταίρος, πάει να γίνει αδύναμος κρίκος.
Η πρόκληση για τη σημερινή Ελλάδα είναι η επείγουσα επανεκκίνηση της πατρίδας για την αναγέννησή της και η αφύπνιση του ελληνισμού. Και για να συμβεί κάτι τέτοιο, αξίζει να θυμηθούμε μία ακόμη παρακαταθήκη του Κων. Καραμανλή πλάι στην υπευθυνότητα, τη διορατικότητα, το θάρρος και τη γενναιότητα, στα οποία αναφέρθηκα. Μιλώ για τον ριζοσπαστισμό του. Είναι ο ηγέτης που, ανταποκρινόμενος στις απαιτήσεις των καιρών, προχώρησε στην ιστορική επανίδρυση και τη ριζική ανανέωση του ιδεολογικού προσδιορισμού της παράταξης.
Εδώ που βρισκόμαστε, η Ν.Δ. και ο προοδευτικός κόσμος δεν μπορεί να γίνουν ανάχωμα και δεν επιτρέπεται να περιοριστούν σε αμυντικό ρόλο. Απαιτείται ένα μεγάλο και τολμηρό βήμα προς τα εμπρός. Προσαρμογή της χώρας στις εξελίξεις σε επίπεδο διακυβέρνησης, οικονομικής διαχείρισης και θεσμικής ανασυγκρότησης. Πρέπει να γίνουμε μια σύγχρονη δημοκρατία που θα προσφέρει στους πολίτες της ασφάλεια, αξιοκρατία, δικαιοσύνη και κοινωνική αλληλεγγύη. Που θα προσαρμοστεί στην εποχή της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης, που είναι ήδη σε εξέλιξη. Μία δημοκρατία στην οποία οι πολίτες της θα είναι υπερήφανοι και εξωστρεφείς, δημιουργικοί και αισιόδοξοι.
Και όλα αυτά θα πρέπει να γίνουν –στο πρότυπο του Καραμανλή– με σκληρή δουλειά. Με συγκλίσεις, με την ενότητα του λαού και –πάνω από όλα– με την προβολή ενός θετικού αξιακού κορμού ως νέου οράματος για το έθνος στον 21ο αιώνα.
Απαιτείται μια νέα μακροπρόθεσμη στρατηγική για τη χώρα, η οποία μπορεί να ξεβολέψει ή να αιφνιδιάσει πολλούς, όπως άλλοτε αιφνιδίασαν και οι επιλογές του Κων. Καραμανλή. Ας μην ξεχνάμε ότι ο ίδιος κατηγορήθηκε κάποτε ως προδότης του Συναγερμού και μετά ως αναχωρητής της ΕΡΕ. Αργότερα, ως εκπρόσωπος του κεφαλαίου και ταυτόχρονα ως «σοσιαλμανής». Φιλοκομμουνιστής γιατί νομιμοποίησε τo ΚΚΕ, δεξιός γιατί πίστευε στη Δύση και κεντρώος γιατί μεγάλωσε την παράταξη με νέες δυνάμεις. Μόνο που όλες αυτές οι επιλογές πήγαν την Ελλάδα μπροστά.
Η αποστολή μας δεν είναι εύκολη, γιατί οι δυνάμεις της αδράνειας είναι δυστυχώς ισχυρές. Αλλά κάθε γενιά ορίζει την τύχη της και μαζί την τύχη της χώρας. Τα χρόνια της ευημερίας μάς δόθηκαν πολλά. Είναι η ώρα να δώσουμε εμείς αυτό που πρέπει, τις ιδέες μας, τους αγώνες μας και τους ίδιους μας τους εαυτούς για να βγει η Ελλάδα από την κρίση και να ξαναμπεί στο σωστό δρόμο. Οι απαιτήσεις είναι μεγάλες. Και στον καθρέφτη βλέπουμε τη ευθύνη που ήρθε η ώρα να αναλάβουμε. Οτιδήποτε άλλο θα ήταν αδιανόητο.
Είκοσι χρόνια μετά τον θάνατο του Κων. Καραμανλή, του ιδρυτή της μεγάλης προοδευτικής παράταξής μας, η συγκυρία αποτελεί, ίσως, και μια κάθαρση: αποκρυσταλλώνει τη θέση μας απέναντι στην Ιστορία και μπροστά στο μέλλον του έθνους.
Ο Καραμανλής μας έμαθε ότι η Ιστορία γράφεται από αυτούς που δεν φοβούνται να τη διαμορφώσουν, που δεν μεμψιμοιρούν κρυπτόμενοι πίσω από την ασφάλεια της εύκολης κριτικής. Από αυτούς που αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις με θάρρος και βλέπουν τη δημόσια σφαίρα ως πεδίο προσφοράς και όχι ως ευκαιρία προβολής ή, ακόμα χειρότερα, πλουτισμού.
Από την άποψη αυτή, η επέτειος που τιμάμε είναι μαζί ώρα υπερηφάνειας και περισυλλογής. Προσφέρει όμως και μια ευκαιρία. Αν θέλουμε πραγματικά να υπηρετήσουμε αυτό που ο Κων. Καραμανλής και οι πολιτικοί συνεργάτες του εξέφρασαν στην ελληνική πραγματικότητα, πρέπει να διευρύνουμε τη στόχευσή μας, κάνοντας ακόμη και βήματα πέρα από τα δικά τους. Το χρωστάμε στην Ελλάδα, στην κοινωνία και στα παιδιά μας, αλλά και σε εκείνον να βαδίσουμε στο δικό του μονοπάτι, το μονοπάτι που οδηγεί μπροστά. Σε μια καλύτερη πατρίδα.