Το 2014, η ελληνική κοινωνία ήταν απολύτως εγκλωβισμένη στα γρανάζια του λαϊκισμού. Από τη μια μεριά οι κακές επιδόσεις του πολιτικού συστήματος για ολόκληρες δεκαετίες είχαν φέρει την επιτροπεία και τα μνημόνια και από την άλλη η Αριστερά που πλειοδοτούσε σε ευχάριστες υποσχέσεις κι έταζε στους πάντες τα πάντα.
Τότε, ήρθε το Ποτάμι. Μ’ ένα σύγχρονο εκσυγχρονιστικό πρόσωπο, με νέες προσωπικότητες που ήδη είχαν ένσημα στη δουλειά και στην επιστήμη.
Η δημιουργία του Ποταμιού, κατάφερε να ξυπνήσει σημαντικές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας. Στις τάξεις τους προσέτρεξαν πρόσωπα και από τον φιλελευθερισμό και από τη σοσιαλδημοκρατία, που δεν έβρισκαν τίποτα ελκυστικό στα ήδη υπάρχοντα κόμματα.
Ταυτοχρόνως, προκάλεσε κι έντονες αντιδράσεις στο συστημικό κατεστημένο. Ο Σταύρος Θεοδωράκης άκουσε τα εξ αμάξης. Άλλος τον χαρακτήριζε βαλτό του Μπόμπολα, άλλος του Σημίτη, άλλος του συστήματος διαπλοκής, άλλος ως μελλοντική τσόντα της αστικής τάξης για την … Αριστερή επανάσταση που θα ερχόταν… Άλλωστε, εκείνη ην περίοδο ποιος θα μπορούσε να προβλέψει ή ακόμη και να σκεφτεί μια παρά φύση συνεργασία της Αριστεράς με ένα ακροδεξιό μόρφωμα;
Ο Σταύρος Θεοδωράκης, λοιπόν, δημιούργησε ένα κόμμα εκ του μηδενός, προτάσσοντας ένα φρέσκο πολιτικό λόγο κι ένα όραμα για μεταρρυθμίσεις που στάθηκε ικανό να γοητεύσει ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας. Στην πρώτη του εκλογική συμμετοχή, τις ευρωεκλογές του 2014, το Ποτάμι έλαβε το ουδόλως ευκαταφρόνητο 6,60% και δημιούργησε πολλές προσδοκίες ότι θα καταφέρει να συσπειρώσει όλον το κεντρογενή κόσμο. Έξι μήνες μετά στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, το Ποτάμι καταλαμβάνει την τέταρτη θέση στη Βουλή, με ποσοστό 6%. Επάνω κι από το ΠαΣοΚ.
Στο πρώτο -και θλιβερό για τη χώρα- εξάμηνο του 2015 που ο ΣΥΡΙΖΑ έριξε κυριολεκτικά τη χώρα στα βράχια με την επανάσταση των έξω πουκάμισων και των βρόμικων παπουτσιών, το Ποτάμι (μαζί με τις υπόλοιπες εχέφρονες δυνάμεις της αντιπολίτευσης) κράτησαν ουσιαστικά την Ελλάδα όρθια, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έχανε το ένα μετά το άλλο τα στελέχη του (Λαφαζάνης, Στρατούλης, Κωνσταντοπούλου, Μακρή κλπ).
Όμως, η ελληνική κοινωνία, ως συνήθως, περί άλλων τύρβαζε. Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ δημιούργησε το χάος με ένα δημοψήφισμα με πλαστό ερώτημα, έκλεισε τις τράπεζες κι κατέφευγε στη μια παλινωδία μετά την άλλη, η κοινωνία … τους άλλους καταψήφισε.
ΤΟ Ποτάμι, στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, έχασε δυο ποσοστιαίες μονάδες. Πάντως, με το 4% που έλαβε, μπήκε με άνεση στη Βουλή.
Από τότε και μετά, παρά τις σαφείς και ξεκάθαρες μεταρρυθμιστικές του θέσεις, αρχίζει για το Ποτάμι η κατιούσα. Ακόμη πιο πολύ, μετά την εκλογή στη Νέα Δημοκρατία, ως προέδρου της, του Κυριάκου Μητσοτάκη. Που γίνεται πόλος έλξης τόσο για στελέχη του Ποταμιού, όσο και στελεχών της κοινοβουλευτικής του ομάδας.
Πολλοί, αναφέρθηκαν ως αιτία της κατιούσας το συγκεντρωτικό τρόπο διοίκησης του κόμματος από τον Σταύρο Θεοδωράκη. Στο ότι δεν μοίρασε ρόλους, στο ότι δίστασε να αναδείξει ηγετική ομάδα, στο ότι ακόμη και στην επικοινωνία ήθελε να τα κάνει όλα μόνος του, στο ότι δεν άνοιξε το κόμμα ακόμη περισσότερο στην κοινωνία και δεν έφτιαξε κομματική οργάνωση.
Νομίζω ότι όλα μαζί, άλλο περισσότερο άλλο λιγότερο, άρχισαν να δημιουργούν ξηρασία στο Ποτάμι. Που κορυφώθηκε όταν η μια μετά την άλλη οι δημοσκοπήσεις κατέγραφαν ότι θα μείνει εκτός Βουλής στις επόμενες εκλογές.
Νομίζω ότι εκεί χάθηκε η ευκαιρία ανασυγκρότησης. Πολύ περισσότερο αφού ο Σταύρος, από εκεί που κάποτε έλεγε ότι δεν θα γίνει επαγγελματίας πολιτικός, έδειχνε να αγωνιά για την επόμενη ημέρα του.
Το κερασάκι στην τούρτα ήρθε με τη συμμετοχή του ίδιου και του Ποταμιού στο εγχείρημα ανασυγκρότησης της Κεντροαριστεράς. Ο Θεοδωράκης, μαζί με τον Καμίνη, ξέπλυναν το ΠαΣοΚ. Του προσέφεραν το άλλοθι για να ισχυρίζεται ότι η ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς δεν ήταν υπόθεση του ΠαΣοΚ αλλά όλης της παράταξης. Το αποτέλεσμα το είδαμε όλοι το βράδυ της περασμένης Κυριακής.
Έχω την αίσθηση ότι ο Σταύρος μετάνιωσε που έμπλεξε σ’ αυτή την υπόθεση. Και μάλιστα πριν τις εκλογές του πρώτου γύρου. Αλλά, τώρα το Ποτάμι γράφει τίτλους τέλους.
Με ευθύνη του ανθρώπου που το έβαλε σε ρου! Και δη με τόσο καλές προθέσεις και τόσο μεστό και σύγχρονο πολιτικό λόγο.
Κρίμα!
Υστρ. Θεωρώ έσχατη αισχρότητα την θέληση κάποιων από το Ποτάμι – εννοώ τους 59- να τον «καθαρίσουν». Χωρίς εκείνον δεν θα τους ήξερε –όχι ο θυρωρός της πολυκατοικίας τους- αλλά ούτε η μάνα τους. Έδειξαν αγνωμοσύνη, ιδιοτέλεια και πολιτική φαιδρότητα…
Δυο φορές κρίμα!