Επηρεάζει η κλιματική αλλαγή την εκτροφή μυδιών; Η περίοδος του κορονοϊού και των μέτρων για την αποφυγή μετάδοσης της covid-19, οδήγησαν σε αύξηση της θνησιμότητάς τους; Θα μπορούσε ο εκτροφέας μυδιών να προστατεύσει την παραγωγή του και άρα το εισόδημά του;
Η απάντηση σε όλα τα προαναφερόμενα ερωτήματα είναι «ναι» και η λύση για την προστασία των μυδοκαλλιεργητών φαίνεται να βρίσκεται στο έξυπνο αυτοματοποιημένο σύστημα εξ αποστάσεως διαχείρισης της καλλιέργειας, που ανέπτυξαν ο αναπληρωτής καθηγητής τμήματος κτηνιατρικής του ΑΠΘ, Αλέξανδρος Θεοδωρίδης και ο επίκουρος καθηγητής Τμήματος Γεωπονίας Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, στο πλαίσιο υλοποίησης του έργου «SmartMussel».
Με τη βοήθεια αισθητήρων θερμοκρασίας διαλυμένου οξυγόνου και αγωγιμότητας, συνδεδεμένους με λογισμικό πρόβλεψης, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Γεωπονίας Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, Ιωάννης Γιάντσης, το σύστημα μπορεί να διαπιστώνει ή όχι την ανάγκη μετακίνησης των μυδιών μεταξύ θαλάσσιων περιοχών.
Γιατί αναπτύχθηκε το έξυπνο σύστημα;
Όπως εξηγεί μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Γιάντσης, τα περισσότερα όστρακα ζουν στον πυθμένα της θάλασσας, αλλά τα μύδια ζουν πολύ κοντά στην επιφάνεια, «κρέμονται ουσιαστικά από σχοινιά στην επιφάνεια, και μεγαλώνουν μέχρι να φτάσουν στο επιθυμητό εμπορικό μέγεθος».
Πρόκειται για μια φιλική προς το περιβάλλον μορφή εκτροφής, εφόσον τηρούνται όλα τα προβλεπόμενα, και δεν υπάρχει κόστος διατροφής, αφού εκμεταλλεύονται το φυσικό πλούτο της θάλασσας, όπως φυτοπλαγκτόν και ζωοπλαγκτόν και άλλη οργανική ουσία διαλυμένη στο νερό.
Λόγω της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της, το γεγονός ότι ζουν στην επιφάνεια της θάλασσας «τα καθιστά ευάλωτα στην αύξηση των θερμοκρασιών τους καλοκαιρινούς μήνες, με αποτέλεσμα να καταγράφεται τεράστιος ο κίνδυνος επιβίωσής τους».
Χαρακτηριστικά τονίζει ότι «η κλιματική αλλαγή έχει επιπτώσεις στη μυδοκαλλιέργεια, ίσως και περισσότερο από κάθε άλλη μορφή ζωικής παραγωγής ή του πρωτογενούς τομέα, καθώς αυτά δεν μπορούν να προστατευτούν με κανένα τρόπο και όντας κρεμασμένα στην επιφάνεια της θάλασσας οι υψηλές θερμοκρασίες τα οδηγούν στο θάνατο».
Διευκρινίζει δε, ότι η θνησιμότητα των μυδιών την τελευταία 5ετία έχει αυξηθεί κατά 40%, έναντι της προηγούμενης 5ετίας (κυρίως λόγω της κλιματικής αλλαγής), ενώ ειδικά το καλοκαίρι του 2020 ξεπέρασε και το 80%, αφού λόγω της μη πραγματοποίησης εξαγωγών, «όταν τέλος Αυγούστου πήγαν οι εκτροφείς να συγκομίσουν, διαπίστωσαν ποσοστό θνησιμότητας από 60% έως και 80% της παραγωγήςμ λόγω των υψηλών θερμοκρασιών στο νερό».
Στο πλαίσιο αυτό, εξηγεί ότι στον Βιστονικό και στον Θερμαϊκό, όπου εκτρέφονται τα μύδια, τα νερά είναι ρηχά και η θερμοκρασία νερού φτάνει ως και 30 βαθμούς κελσίου, «μια θερμοκρασία που δεν αντέχουν τα μύδια για πάνω από ένα 24ωρο και πεθαίνουν».
Έτσι, αναφερόμενος στο αυτοματοποιημένο σύστημα εξ αποστάσεως διαχείρισης των καλλιεργούμενων μυδιών, ο ίδιος επισημαίνει, ότι «επειδή ακριβώς αυτό στέλνει στην έξυπνη συσκευή του μυδοκαλλιεργητή σήμα αλάρμ ότι επίκειται μέσα σε δύο ημέρες πολύ υψηλή θερμοκρασία στο νερό, τού δίνει αμέσως τη δυνατότητα είτε να μεταφέρει τις αρμαθιές με τα μύδια σε πιο δροσερά νερά ή να τα συγκομίσει, μιας και αυτοί οι υδρόβιοι οργανισμοί έχουν την ικανότητα να ζήσουν εκτός νερού ως και τρεις ημέρες».
Ενδεικτικά αναφέρει ότι στην πιλοτική εφαρμογή του συστήματος σε μυδοκαλλιέργεια στο Πόρτο Λάγος, ο εκτροφέας κατάφερε να αποφύγει «φέτος το καλοκαίρι την απώλεια κεφαλαίου του, μετακινώντας τα μύδια του σε πιο δροσερά νερά εντός της μονάδας του».
Όταν έχουμε υψηλότερη θερμοκρασία, «προκαλείται θερμικό στρες στους υδρόβιους οργανισμούς, ενώ παράλληλα έχουμε και οξειδωτικό στρες που σημαίνει ότι ουσιαστικά έχουμε μειωμένη ικανότητα λήψης οξυγόνου και αποτέλεσμα είναι να φτάνουμε στη θνησιμότητα», εξηγεί. Το κόστος εγκατάστασης του συστήματος αυτού, φθάνει ως και τα 15.000 ευρώ, που μπορεί να χρηματοδοτηθεί και μέσω των προγραμμάτων που προκηρύσσονται.
Σήμερα, στην Ελλάδα λειτουργούν ως και 300 μονάδες μυδοκαλλιέργειες, με την ετήσια παραγωγή να φτάνει σε 30.000 τόνους/ετησίως και το 90% αυτής να εξάγεται σε χώρες όπως Ιταλία, Γαλλία και Ισπανία.
Το έργο «SmartMussel» συγχρηματοδοτείται από την ΕΕ και τα εθνικά ταμεία μέσω του Επιχειρησιακού Προγράμματος Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία, είναι ύψους 210.000 ευρώ και ολοκληρώνεται την Άνοιξη του 2022.
Μεταξύ των αναμενόμενων αποτελεσμάτων της χρήσης του καινοτόμου αυτοματοποιημένου συστήματος εξ’ αποστάσεως διαχείρισης των καλλιεργούμενων μυδιών, υμπεριλαμβάνονται, σύμφωνα με τον κ. Γιάντση, η βελτίωση των οικονομικών επιδόσεων, η μείωση του κίνδυνου και της αβεβαιότητας, η αύξηση της αποδοτικότητας της εργασίας και η προστασία των εκμεταλλεύσεων από αβιοτικούς παράγοντες.
Ανενεργές άδειες εκτροφής στρειδιών, κυδωνιών και αχιβάδων
Η μυδοκαλλιέργεια είναι η μοναδική μορφή οστρακοκαλλιέργειας στην Ελλάδα, «παρά το γεγονός ότι η χώρα μας είναι πολύ πλούσια στη βιοποικιλότητα οστρακοειδών, που έχουν και μεγάλη αξία, ίσως και τέσσερις φορές υψηλότερη, όπως στρείδια, κυδώνια και αχιβάδες», εξηγεί ο κ. Γιάντσης και προσθέτει: «ενώ η τιμή παραγωγού στα μύδια είναι 0,50 λεπτά/κιλό, στα στρείδια θα μπορούσε να φτάνει τα 2,5 ευρώ/κιλό και ακόμη και τα πέντε/κιλό, ανάλογα με το μέγεθος».
Ωστόσο, όπως εξηγεί, παρά την αδειοδότηση που έχουν λάβει κάποιοι ενδιαφερόμενοι για τη λειτουργία τέτοιων μονάδων, κυρίως στη βόρεια Ελλάδα, «καμία δεν έχει υλοποιηθεί ακόμη, κυρίως λόγω έλλειψης τεχνογνωσίας και μη ανάπτυξης της κατάλληλης μεθοδολογίας εκτροφής τους».
Έτσι, όπως διευκρινίζει, ενώ «υπάρχουν οι άνθρωποι που θέλουν να επενδύσουν και υπάρχει το επιστημονικό προσωπικό για να τους συμβουλεύσει, προς το παρόν δεν μπορούν να αναπτυχθούν τέτοιες μονάδες».
Στο πλαίσιο αυτό, υπογραμμίζει την ανάγκη δημιουργίας οστρακογεννητικού σταθμού στην Ελλάδα, λέγοντας πως «παρά το γεγονός ότι έχουν κατατεθεί προτάσεις ένταξης της δημιουργίας του σε κάποιο πρόγραμμα, ωστόσο τίποτα δεν έχει προχωρήσει ακόμη».
ΑΠΕ-ΜΠΕ