Το στίγμα των επικείμενων αλλαγών στην εκπαίδευση έδωσε σήμερα ο υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Νίκος Φίλης, κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, που διεξήχθη στο πλαίσιο του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία, με προσκεκλημένους του Μορφωτικούς Ακόλουθους Πρεσβειών των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
1 Αναφερόμενος στις επιπτώσεις της κρίσης στην εκπαίδευση ο υπουργός επισήμανε «τη μεγάλη απώλεια εκπαιδευτικών με συνταξιοδοτήσεις και αποχωρήσεις με αποτέλεσμα να υπάρχει σημαντική έλλειψη διδακτικού προσωπικού και αυξημένη ηλικία των εκπαιδευτικών ιδιαίτερα στον χώρο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.» Τόνισε επιπλέον ότι «η κρατική συμμετοχή και επιδότηση έχει πέσει στο 2,8 του ΑΕΠ, πολύ κάτω από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.» Αναφέρθηκε ακόμη «στην ιδιομορφία του παράλληλου εκπαιδευτικού συστήματος των φροντιστηρίων, που υπάρχει στη χώρα μας, δηλαδή μία ιδιότυπη λειτουργία της εκπαίδευσης που καλύπτει κενά της δημόσιας εκπαίδευσης καθώς επίσης και προσδοκίες για πρόοδο των παιδιών των οικογενειών, δηλαδή τα νοικοκυριά δαπανούν περισσότερα χρήματα από αυτά που φαίνονται στον κρατικό προϋπολογισμό».
«Είναι προφανές ότι μία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση θα πρέπει να εδράζεται σε πόρους που πρέπει να αυξηθούν, σε αλλαγή νοοτροπίας, που σημαίνει ότι πρέπει να γίνει ένας διάλογος και με τη κοινωνία, έτσι ώστε να υπάρξει μία ιεράρχηση προτεραιοτήτων για την αλλαγή της εκπαίδευσης καθώς επίσης και σε συνεννόηση με τα πολιτικά κόμματα, μία συναίνεση», κατέληξε ο υπουργός.
2 Μιλώντας για το δημοκρατικό σχολείο ο Νίκος Φίλης παρατήρησε ότι «η συζήτηση για την εκπαίδευση και τη νεότητα γίνεται σε μία περίοδο που υπάρχει διάψευση προσδοκιών των νέων στη χώρα μας και σε όλη την Ευρώπη. Συρρίκνωση της δημοκρατίας, επέκταση του φαινομένου της αποπολιτικοποίησης στο έδαφος των οποίων φυτρώνουν φαινόμενα φονταμενταλιστών, ξενοφοβίας και ποικίλων εξτρεμισμών. Η απάντηση σε αυτή την πραγματικότητα είναι η επιμονή στη δημοκρατική διαπαιδαγώγηση των παιδιών στο σχολείο της ισότητας, της αλληλεγγύης, της συλλογικότητας και της δημοκρατίας. Αυτή είναι η μεγάλη συνεισφορά του σχολείου σήμερα στον αγώνα για τον εκδημοκρατισμό της κοινωνίας και γενικότερα για την ανανέωση της εμπιστοσύνης των νέων γενιών στη δημοκρατία». Ως παράγοντα εκδημοκρατισμού ανέφερε την « προώθηση θεσμών δημοκρατικής οργάνωσης του σχολείου. Ήδη από πέρσι», τόνισε « έχουμε δώσει δυνατότητες και εξουσίες στο σύλλογο των καθηγητών να αποφασίζει κυριαρχικά στο σχολείο όχι μόνο την παιδαγωγική αλλά και τη διοίκηση του σχολείου. Εκλέγουν οι καθηγητές τον διευθυντή του σχολείου με βάση κριτήρια αξιοκρατικά και συνεργασίας. Η προώθηση του δημοκρατικού σχολείου έχει να κάνει με την οργάνωση τη δημοκρατική μαθητών και μαθητριών. Καθώς επίσης και το άνοιγμα του σχολείου στους γονείς και γενικότερα στη κοινωνία.»
3 Παρά το γεγονός ότι « η ελληνική εκπαίδευση, ακόμα και τώρα μέσα στη κρίση, αντιμετωπίζει με κάπως επιτυχή τρόπο το θέμα της σχολικής διαρροής. Δηλαδή είμαστε στο 10% από το Γυμνάσιο στο Λύκειο ποσοστό που είναι κάτω από το μέσο όρο των ευρωπαϊκών χωρών», η απώλεια επιστημονικού δυναμικού παραμένει πρόβλημα: «Εκεί που έχουμε χάσει τη μάχη αυτή τη στιγμή είναι η μάχη της διαρροής των εγκεφάλων, των παιδιών που σπουδάζουν, τελειώνουν τα πανεπιστήμια και φεύγουν στο εξωτερικό για να βρουν εργασία. Και τα περισσότερα διαπρέπουν. Και δεν είναι λίγα, είναι 200.000 πτυχιούχοι των ελληνικών πανεπιστημίων, κορίτσια και αγόρια »
4 Για τις πανελλαδικές εξετάσεις ο υπουργός είπε ότι « θα ρίξουμε ιδιαίτερο βάρος στη σχέση Λυκείου με ΑΕΙ. Η πρόσβαση ποια είναι; Ποια πρέπει να είναι; Είναι ένα στοιχείο που μας προβληματίζει και χωρίς βιασύνη θα καταλήξουμε σε αποφάσεις το επόμενο διάστημα».
5 Για την Ειδική Αγωγή, ο Νίκος Φίλης δήλωσε ότι «εδώ είμαστε πίσω. Φέτος κάναμε αγώνα δρόμου για να καλύψουμε τα κενά που υπάρχουν στην ειδική αγωγή, προσανατολιζόμαστε στην υιοθέτηση μίας ευρωπαϊκής αγωγής που είναι η συμπεριληπτική διδασκαλία, δηλαδή τα παιδιά με προβλήματα μέσα στη τάξη με τη στήριξη του δασκάλου ειδικής αγωγής και βέβαια με τη διατήρηση για τις βαριές περιπτώσεις ειδικών σχολείων της ειδικής αγωγής.»
6 Για την Τεχνική Εκπαίδευση, ο υπουργός είπε: « είμαστε και εδώ πίσω ως χώρα για πολλούς λόγους κοινωνικούς, ιδεολογικούς και πολιτικούς, που αφορούν τις εκάστοτε εξουσίες αλλά και την κοινωνία μας, για το πώς προσλαμβάνει με τρόπο πολλές φορές μειωτικό την έννοια της τεχνικής εκπαίδευσης. Η κρίση δυστυχώς δημιουργεί ένα υποχρεωτικό πλαίσιο προκειμένου τα παιδιά να ζητούν από νωρίς τη δυνατότητα εργασίας μέσα από εξειδικεύσεις της επαγγελματικής εκπαίδευσης. Πιστεύουμε ότι η τεχνική εκπαίδευση πρέπει να διατηρήσει τον χαρακτήρα του ισότιμου σχολικού δικτύου προς τη γενική εκπαίδευση αλλά και να προνοήσει για διαδικασίες μαθητείας και ήδη βρισκόμαστε σε συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να χρηματοδοτηθούν αυτές οι διαδικασίες μαθητείας»
7 Για την γλωσσομάθεια ο Νίκος Φίλης τόνισε ότι «το Υπουργείο θα καθιερώσει από φέτος το κρατικό πιστοποιητικό γλωσσομάθειας και με ψηφιακό τρόπο, προκειμένου με ένα τρόπο σαφή να διαπιστώνεται το επίπεδο γλωσσομάθειας των παιδιών.
Έχουμε επί τους παρόντος προγραμματίσει ένα πρόγραμμα για τις τέσσερις πιο διαδεδομένες γλώσσες: τα αγγλικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά, τα ισπανικά. Επίσης τα ιταλικά και τα τουρκικά. Τα αραβικά, επειδή είναι μία γλώσσα που ανοίγει προς τον κόσμο της ανατολής, αλλά και τα τουρκικά, επειδή είναι η μεγαλύτερη γειτονική χώρα της Ελλάδας. Χρειαζόμαστε όπου υπάρχει έφεση και πρωτοβουλία Ελλήνων προς τα τουρκικά να πιστοποιείται κρατικά.»
8 Τελειώνοντας ο υπουργός αναφέρθηκε στο προσφυγικό: «Μπροστά στο νέο προσφυγικό κύμα, το οποίο σφραγίζεται από πάρα πολλά παιδιά μικρής ηλικίας πολλά από τα οποία είναι ασυνόδευτα, αυτό το ζήτημα να το σχεδιάσουμε. Ήδη αναλαμβάνουμε πρωτοβουλίες, προκειμένου όσα παιδιά μείνουν προσωρινά, να υπάρχει δυνατότητα στοιχειώδους κοινωνικής εκπαίδευσής τους. Και όσα παιδιά μείνουν μονιμότερα να μπορούν να ενταχθούν με τρόπο ισότιμο στην ελληνική πραγματικότητα. Όλα αυτά στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πολιτικής, η οποία επιτάσσει την αναλογική κατανομή των προσφύγων, αναλόγως της οικονομικής βιωσιμότητας των χωρών και το πληθυσμιακό τους μέγεθος.»