15 Οκτωβρίου 1912: Εις μάχην παρετάχθημεν, στήσαμε πυροβόλα… – Γράφει ο Χρόνης Ακριτίδης

Συμπληρώνονται εφέτος 110 χρόνια από τη στιγμή που τα χώματα της επαρχίας  Καϊλαρίων τα πάτησε ο ελληνικός στρατός κατά την προέλασή του στον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο και  τα απελευθέρωσε. Ανάσταση και δέος για τους Έλληνες. Για την πόλη. Για την Ορθοδοξία.

Χρόνης Ακριτίδης
Γράφει ο Χρόνης Ακριτίδης

Η ιστορική πραγματικότητα αναφέρει ότι η περιοχή τότε άρχισε να αναπτύσσεται ραγδαία. Το 1916 μετονομάστηκε σε επαρχία Εορδαίας  και μαζί με την σημερινή Δυτική Μακεδονία, αποτελεί τη συνέχεια της πανάρχαιας κοιτίδας των Μακεδόνων. Το όνομα Εορδαία στην αρχαιότητα, είχε δοθεί στην περιοχή προς τιμή της θεάς Έορδας  (Μητέρα γη). Η δε ονομασία της πόλης προέκυψε από τον Πτολεμαίο, στρατηγό του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που αργότερα αναγορεύτηκε βασιλιάς της Αιγύπτου και την κόρη του Πτολεμαΐδα. Για να γίνει Καϊλάρι στην μακρά περίοδο της τουρκοκρατίας.

Στην σύγχρονη ιστορική περίοδο η περιοχή απέκτησε τεράστια εθνική αίγλη για τη συμβολή πολλών υπόδουλων Ελλήνων στον Μακεδονικό αγώνα  (Ιωάννης Κατεκανόπουλος, Γεώργιος Ρομπόλης , Βενετία Μπαμπαγιάννη κλπ) αλλά και τις μάχες στον Περδίκκα και στον Κόμανο, στους Βαλκανικούς πολέμους.

Οι δικοί μας άνθρωποι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή κατά κύριο λόγο λίγο πριν αλλά και μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάννης, το 1923. Πρόσφυγες, άνθρωποι κυνηγημένοι, ταλαιπωρημένοι, πεινασμένοι, διψασμένοι, με τα ελάχιστα υπάρχοντά τους στην πλάτη, έφτασαν με τα πόδια στην περιοχή που ήδη είχε απελευθερωθεί , ενώ υπήρχε και η ανταλλαγή πληθυσμών.

Οι προπαππούδες και παππούδες μας προέρχονταν κυρίως από την Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία, ενώ κατέφθασαν και πρόγονοί μας από το μαρτυρικό Πόντο που γλίτωσαν από τις ορδές των Τούρκων, που έσφαζαν αδιακρίτως ηλικίας και φύλλου. Όλοι, μα όλοι έζησαν τις σύγχρονες Θερμοπύλες…

Άνθρωποι άξιοι, δημιουργικοί, παραγωγικοί, αξιοπρεπείς οικογενειάρχες.  Έστησαν από την αρχή τις ζωές τους, έκαναν την περιοχή αξιοπρεπώς διαβιούσα.

Για σκεφτείτε. 110 χρόνια πριν. Ο χρόνος τρέχει, η ιστορία γράφει.  Γράφει σελίδες ανεξίτηλου μεγαλείου ψυχής. Κι εμείς, απόγονοι εκείνων των Ελλήνων, τους οφείλουμε ευγνωμοσύνη κι έχουμε υποχρέωση να κρατήσουμε ψηλά τη σημαία των αγώνων τους και να διατηρήσουμε ζωντανή την ιστορική μνήμη.

Ναι, οφείλουμε να εργαζόμαστε για ειρήνη, φιλία και συνεργασία στην ευρύτερη  περιοχή μας, αλλά  αυτό δεν σημαίνει ότι ξεχνάμε  ή  απεμπολούμε τα ιστορικά γεγονότα.

Για επίλογο αυτών των σκέψεων θα θυμηθώ ένα στιχούργημα στο οποίο έχει αποτυπώσει τις συνθήκες κατάληψης της Πτολεμαΐδας από τον εθνικό στρατό, ο έφεδρος δεκανέας Ιωάννης Ευθ. Ποντίδας ή Ποντίκας, που εκδόθηκε σε βιβλίο με τίτλο «Η δράσις της Πέμπτης Μεραρχίας εν Μακεδονία και Ηπείρω 1912 – 1913 έμμετρος ποίησις»:

«Πρωί σαν εξημέρωσεν ο Μέραρχος διατάζει,
προς τα Καϊλάρια τον στρατό γραμμή τον αραδιάζει.
Απόγευμα εφθάσαμε κοντά στα Καϊλάρια.
«Αλτ», μας φωνάζει ο λοχαγός, «καλά μου παλικάρια».
Εις μάχην παρετάχθημεν, στήσαμε τα πυροβόλα,
αρχίζ’ το λιανοτούφεκο, τρίζουν τα πολυβόλα.
Στάχτη τον κάμνει τον εχθρό το όμορφο κανόνι
και το χρυσό μας μάνλιχερ το λέει σαν χελιδόνι.
Λευκές σημαίες εσήκωσαν οι Τούρκοι στα τζαμιά τους,
τα όπλα των παρέδωκαν και τα πολεμοφόδιά τους.
Στο ίδιο μέρος στήσαμε και μεις τ’ αντίσκηνά μας
ν’ αναπαυθούμε πέσαμε ζωσμένοι τ’ άρματά μας.
Αυγή σαν εξημέρωσε με πάχνη σκεπασμένη
τα πράγματά μας βάλαμε, είμαστ’ ετοιμασμένοι.
Βλέπω τον φίλον μου εκεί τον Νικολάκη Βούζα
στο χειρουργείον έστεκε με μια μεγάλη μπλούζα.
«Γιάννη μου», λέγει, «έλα ’δω κονιάκ να σε κεράσω»,
τσάι μου κάμνει παρ’ ευθύς, σφικτά τον αγκαλιάζω.
Ξεκίνησε το στράτευμα διαβαίνει τα Καϊλάρια,
εις μάχην παρετάχθηκαν όλα τα παλικάρια.
Έξω εις το Αλμπάνκιοϊ είν’ ο εχθρός κρυμμένος.
Έχει ταμπούρια δυνατά καλά οχυρωμένος.

Την άλλην εξημέρωσε, βροχή δεν ησυχάζει,
ο Μέραρχός μας Γεννάδης «εμπρός» μάς διατάζει.
Όλοι εμαζευτήκαμε, τον δρόμο ξεκινούμε
στα Καϊλάρια φθάσαμε και όλο προχωρούμε.
Δύο ώρες νύχτα φθάσαμε στα Τουρκοκαϊλάρια
που στην οπισθοχώρησ’ έφαγαν πολλά μας παλικάρια.
Οι διοικηταί διέταξαν σε σπίτια να κοιμηθούμε,
μέσ’ στα σαράγια τα πλατιά καλά ν’ αναπαυθούμε.
Κοτούλα δεν αφήσαμε, χήνες και παπιά,

στη σούβλα τα περάσαμε να φάνε τα παιδιά 
Εις κάθε σπίτι που έμπαινες έβρισκες στες πόρτες
φυσίγγια που προ ημερών χτυπούσαν τους στρατιώτες.
Αφήσανε τα σπίτια τους μπέηδες και αγάδες
φεύγουν με τα χαρέμια τους χωρίς τους μπαχρεμάδες.
Αι σάλπιγγες εβάρεσαν όλοι να συνταχθούμε
στο Σόροβιτς και Φλώρινα όλοι μας προχωρούμε».

 Ο Χρόνης Ακριτίδης είναι τοπογράφος/μηχανικός & συγκοινωνιολόγος, Διευθύνων Σύμβουλος της «Ανάπλαση Αθήνας ΑΕ», Πολιτευτής Νομού Κοζάνης με τη ΝΔ

Προηγούμενο άρθροΟι ακλόνητες μετακινήσεις του 2019 και το σημερινό σκηνικό – Γράφει ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
Επόμενο άρθροΕπίτροπος Ελίζα Φερέιρα: Το νέο ΕΣΠΑ 2021-2027 καταλύτης για την ανάπτυξη της Ελλάδας