«…Η ύπαρξη ιατρού στον αγώνα αποτελεί υποχρέωση της γηπεδούχου ομάδας. Πριν την έναρξη του αγώνα Κυπέλλου ή Πρωταθλήματος, ο ιατρός υπογράφει το φύλλο αγώνος με ευθύνη του διαιτητή του αγώνα.
Σε κάθε περίπτωση απουσίας του ιατρού, ο αγώνας δεν διεξάγεται με υπαιτιότητα της γηπεδούχου ομάδας. Η γηπεδούχος ομάδα χάνει τον αγώνα και της επιβάλλεται πρόστιμο 200€ το οποίο διπλασιάζεται σε περίπτωση υποτροπής.
Σε περίπτωση διεξαγωγής του αγώνα χωρίς την παρουσία ιατρού ο διαιτητής παραπέμπεται στην Πειθαρχική…» «από την προκήρυξη της ΕΠΣΗ» Θυμάμαι πρόσφατα, σε μία τηλεφωνική επικοινωνία που είχα με κάποιον συνάδερφο, να μου περιγράφει ένα περιστατικό που συνέβη σε κάποιο γήπεδο όταν αυτός και τα παιδιά του βρέθηκαν εκεί για να παρακολουθήσουν ένα ποδοσφαιρικό αγώνα. «Κατά τη διάρκεια μίας διεκδίκησης της μπάλας στον αέρα» μου είπε, «ο ένας εκ των 2 παικτών τραυματίστηκε λίγο πιο σοβαρά. Αμέσως κλήθηκε από τον διαιτητή του αγώνα το Ιατρικό τιμ. Όταν έφτασαν στο σημείο, ένας από αυτούς που φορούσε μπουφάν με τα διακριτικά «Ιατρός», σηκώθηκε και κοιτώντας προς τους φιλάθλους φώναζε «…ένας γιατρός, ένας γιατρός…». Στην αρχή δεν πολύ κατάλαβα, ο προπονητής της ομάδας όμως που έτυχε να είναι και συγγενής μου, γνωρίζοντας πως είμαι στο γήπεδο, με κάλεσε ονομαστικά να βοηθήσω. Φυσικά και το έκανα και ευτυχώς, πέρα από ένα απλό υπερόφρυο θλαστικό τραύμα που αιμορραγούσε έντονα δεν διαπιστώθηκε άλλη σοβαρή παθολογία!»
Πιθανότατα, η συγκεκριμένη ομάδα να εξοικονόμησε το «υπέρογκο» ποσό των 50 € (τόσο περίπου είναι η αμοιβή του Γιατρού), όμως, υπό άλλες συνθήκες νομίζω πως θα το είχε μετανιώσει! Η ύπαρξη Ιατρού σε όλες τις αθλητικές διοργανώσεις είναι θεσμός πλέον στις αναπτυγμένες χώρες του κόσμου.
Ο Γιατρός της ομάδας – αγώνα είναι επιφορτισμένος με τεράστιες ευθύνες τις οποίες άνθρωποι μη ειδικοί δύσκολα μπορούν να επωμιστούν. Ο Γιατρός είναι αυτός που με την επιστημονική του γνώση θα βοηθήσει τους αθλητές να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους (πάντα σε στενή συνεργασία με τους φυσιοθεραπευτές, γυμναστές, διατροφολόγους και προπονητές). Η παρουσία του στους αγώνες και στις προπονήσεις θα γεμίσει τους αθλητές, τους προπονητές αλλά και τους γονείς με το αίσθημα της ασφάλειας. Είναι πολλές οι περιπτώσεις που διαπιστώνεται «ρήξη» στις σχέσεις προπονητών – Γιατρών!
Ο λόγος είναι αυτονόητος, ο προπονητής θέλει τον παίκτη στην ομάδα το συντομότερο δυνατό, ο γιατρός από την άλλη, οφείλει να υπακούσει στους νόμους της επιστήμης και να ορίσει με υπευθυνότητα το χρόνο της επιστροφής του στις αθλητικές δραστηριότητες μετά από κάθε τραυματισμό. Η απόφαση αυτή καταλαβαίνει κανείς πως είναι πολύ σοβαρή καθώς μπορεί να κρίνει το μέλλον της ομάδας αλλά πολύ περισσότερο, το μέλλον του ίδιου του αθλητή. Ο γιατρός είναι αυτός που θα ελέγχει και θα παρακολουθεί την υγεία των αθλητών καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς υποβάλλοντάς τους σε συγκεκριμένες ιατρικές εξετάσεις και αξιολογώντας τις μεταβολές τους.
Είναι αρκετά τα παραδείγματα αθλητών που από «υπερδιάγνωση» αναγκάστηκαν τελικά να εγκαταλείψουν το άθλημα στο οποίο συμμετείχαν και έτσι να στερηθούν το όνειρό τους. Από την άλλη, η υποβάθμιση και η υποτίμηση ενός σημείου ή συμπτώματος από μη ειδικούς θα μπορούσε να στοιχήσει στον αθλητή την υγεία του και σε ακραίες περιπτώσεις και τη ζωή του! Ο Γιατρός είναι αυτός που θα πρέπει να συμβουλεύει για θέματα υγείας του αθλητές, τους προπονητές, τους γονείς και τους φίλους του αθλήματος με υπευθυνότητα και σοβαρότητα.
Θυμάμαι σε κάποιο αγώνα να έχω «αντιδικία» με τον πατέρα ενός αθλητή (παλιός παίκτης) για το αν στο αιμάτωμα εφαρμόζουμε ψυχρό ή θερμό επίθεμα. Μία άλλη φορά, σε τσίμπημα εντόμου σε αθλητή με αναφερόμενη αλλεργία, ο προπονητής να επιμένει να βάλει πάνω στο σημείο αλοιφή «Fissan» και να συνεχίσει τον αγώνα λέγοντας πως «…για ένα τσίμπημα εγώ το πρωτάθλημα δεν το χάνω!». Ένα άλλο παιδί να σταματάει στο παιχνίδι βήχοντας με αίσθημα δύσπνοιας και ο προπονητής του να λέει στους αναπληρωματικούς «… πάλι ξενύχτησε ο μικρός, αυτός δεν θα γίνει παίκτης ποτέ!»
Δεν είναι εύκολο να περιγράψει κανείς τις αρμοδιότητες του Γιατρού σε μία αθλητική εκδήλωση καθώς αυτές είναι πολλές και συνεχώς αναβαθμίζονται σε τέτοιο βαθμό που θα χρειαζόταν ολόκληρο βιβλίο για να τις περιγράψει. Συνοψίζοντας όμως θα πω πως ο Γιατρός είναι αυτός που: α. διενεργεί τον κλινικό έλεγχο στους αθλητές β. παρέχει την πρωτοβάθμια φροντίδα σε κακώσεις ή άλλες παθολογικές καταστάσεις και φροντίζει να παραπέμψει σε ιατρούς αντίστοιχων ειδικοτήτων για την περεταίρω αντιμετώπισή τους γ. συμβουλευτικός ρόλος για θέματα υγείας (μηχανισμός κακώσεων, παθολογικές καταστάσεις επικίνδυνες για τον αθλητή, χρήση ή όχι βοηθημάτων και συμπληρωμάτων διατροφής στον αθλητισμό κ.α) καθημερινή παρακολούθηση των αθλητών σε κάθε δραστηριότητά τους (προπονήσεις, αγώνες κ.α) ε.
Σαφής διαχωρισμός του ρόλου του Γιατρού από οποιονδήποτε άλλο μέσα στον αγωνιστικό χώρο για θέματα υγείας Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί πως η OUEFA (για τη περίπτωση του ποδοσφαίρου) έχει πάρει σαφέστατη θέση για τη σχέση ΙΑΤΡΟΥ – ΠΡΟΠΟΝΗΤΗ. Σε αυτή αναφέρεται πως ο καθένας θα πρέπει να μην υπερβαίνει τις δικές του αρμοδιότητες, ο γιατρός να μην υπεισέρχεται σε τεχνικά θέματα και ο προπονητής να μην εμπλέκεται ούτε να εκφέρει γνώμη για θέματα που έχουν να κάνουν με την υγεία των αθλητών. «Ο γιατρός δίνει στον προπονητή-γυμναστή επιστημονική υποστήριξη και συμβουλές για την φυσική κατάσταση, διατροφή και διανοητική προετοιμασία.
Πρέπει να βοηθά τον προπονητή και γυμναστή για να φθάσουν οι ποδοσφαιριστές στην μέγιστη φυσική κατάσταση. Ο γιατρός πρέπει να λέει τις απόψεις του στον προπονητή, αλλά πρέπει να είναι διακριτικός και να μην είναι στην πρώτη γραμμή.» Ανάγκη όμως είναι να καταλάβουν όλοι όσοι ασχολούνται με τον αθλητισμό πως η παρουσία του Γιατρού είναι απαραίτητη και σοβαρή επένδυση για μία ομάδα, για ένα σύλλογο για τους αθλητές.
Κλείνω το άρθρο αυτό εκφράζοντας την ευχή πως και η Χώρα μας κάποια στιγμή θα εναρμονιστεί με τις απαιτήσεις του σύγχρονου αθλητισμού που θέλουν τον Γιατρό ενεργό μέλος του για το καλό των παιδιών μας, για το καλό όλων μας.