Η μοναστηριακή ελληνική οικογένεια – Γράφει η Χριστίνα Ανδριανού

Είναι αναμφισβήτητο ότι σε μια εποχή που τα πάντα καταρρέουν δίπλα μας, πως σημαντικό –σημαντικότατο ρόλο για την επιζητούμενη ανόρθωση του τόπου και της κοινωνίας, παίζει και οφείλει να παίζει η ελληνική οικογένεια.

Αυτή η οικογένεια που ίσως έχει τους ισχυρότερους δεσμούς σύσφιξης σχέσεων  στην Ευρώπη.

Η ελληνική οικογένεια που είναι μοναστηριακή για τον ηγέτη της, για τη δομή της, για τα «πιστεύω» της.

Που συμποσιάζεται σε

τραπέζια μοναστηριακά.

Που έχει κεφαλή ακόμα και συναγμένη σε ροτόντες.

Που αγαπάει, μοιράζεται και υπομένει με σεβασμό.

Που η κεφαλή αυτής, το πρόσωπο που χαίρει εκτίμησης και σεβασμού απ’ όλους.

Που το πρόσωπο που εισφέρει συνήθως περισσότερο σε βιοποριστικό μόχθο, συμβουλές και εμψύχωση απέναντι σε όλα τα μέλη της.

Ο λεγόμενος «πάτερ φαμίλιας».

Ο μόνος, τοις πάσι αποδεκτός, μη αιρετός άρχοντας, αρχηγός που «εξελέγη» ομόφωνα,

άνευ οιασδήποτε ψηφοφορίας.

Λόγω αγάπης, πηγαίου σεβασμού και της ενωτικής εμμονής του..

Ένας ηγέτης όχι απαραιτήτως αρσενικός, καθότι μοιραία και δίχως επιλογή, «διορίστηκαν» στη θέση αυτή, πολλάκις και γυναίκες.

Γυναίκες δυνατές, γυναίκες αλωμένες απ’ τις συγκυρίες της ανάγκης, γυναίκες οι οποίες αποτυπώθηκαν και αθανατοποιήθηκαν στην ιστορία αυτού του τόπου, παρά την αθωότητα και τη σιωπή τους.

Ναι, η ελληνική οικογένεια επιβίωσε, παρά τις διαφορετικές εκδοχές της, με συγκεκριμένη δομή και χιλιάδες καθηλωτικά αρώματα, βαθιά ριζωμένα, προσωπικά του καθενός, ως από τους σπουδαιότερους θεσμούς αυτού του τόπου.

Έχει άρωμα τρύγου, καλοκαιριού, ντόπιας ντομάτας, μ’ αλάτι απ’ τις δικές μας απόκρημνες αλυκές των παιδικών μας χρόνων.

Γευματίζει, αποφασίζει, ενίοτε -γιατί όχι- διαφωνεί και αφορίζει μα πιότερο στηρίζει τα μέλη της, ενωμένη.

Σαφώς δεν περιγράφω την καθημερινότητα όλων μας, περιγράφω αυτό που οι περισσότεροι προσπάθησαν να δημιουργήσουν, αναπολώντας τα χρηστά στοιχεία της ελληνικής οικογένειας του παρελθόντος και αποποιούμενοι τα αγκάθια αυτής.

Η ελληνική οικογένεια για την οποία όλοι μας ξεκινήσαμε και απ’ την οποία όλοι μας προερχόμαστε, ομοιάζει σε τραπέζι, έχει κάμποσα ποδάρια -τέκνα- και στεγάζεται από τη στιβαρή επιφάνεια που παρέχει το εκτόπισμα του ηγέτη της.

Όσα περισσότερα τα ποδάρια, τόσο μεγαλύτερη η ανάγκη, για έναν δυνατότερο σε παροχές, ψυχής και ύλης, πάτερ φαμίλια.

Ο ρόλος του βουτηγμένος στην ευθύνη και αχανής, επιβαρυμένος απ’ το χρέος της αστείρευτης προσφοράς μα για όλα αυτά σπουδαίος.

Δίχως σπουδές στον ρόλο του αυτό, καλείται να λαμβάνει πάντοτε τις ορθότερες των αποφάσεων.

Καλείται πέρα απ’ αυτό να είναι σε όλα τα τεκταινόμενα παρών, να χαμογελάει, ακόμα και αν αυτό είναι το τελευταίο που του εμπνέει η καθημερινότητά του, να προεδρεύει σε όλες τις οικογενειακές «συνεδριάσεις», να παίρνει το ρίσκο απόδοσης της προσωπικής του δικαιοσύνης,

να «τρέχει» σ’ όλη του τη ζωή σε μια προσωπική ολυμπιάδα προσφοράς.

Η ελληνική οικογένεια, αρκείται σε λίγα, παρέχει πολλά χωρίς απαραιτήτως να τα κατέχει.

Θεωρεί την αυτοθυσία και την υπέρβαση καθήκον και τρόπο ζωής.

Μία τέτοια οικογένεια ονειρεύεται με τρόπο προστακτικό την ευτυχία και την ευημερία των παιδιών της.

Τα γαλουχεί με επαναλαμβανόμενες «ευχές και προσταγές», εν τέλει τα στοιχειώνει με όνειρα δικά της.

Τόσο πολύ τα γαλουχεί, που σχεδόν ξεχνάει να τ’ “ανδρώσει”..

Αλλά η απανταχού παρουσία της, καθιστά την αιώνια εφηβοσύνη των παιδιών της βιώσιμη και αυτή.

Κληροδοτεί ιδανικά, στέγη, κτήματα, επιχειρήσεις κοκ στους νεοσσούς της, -75-80% το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα- κληροδοτεί ότι μπορεί να κληροδοτηθεί, με όποιο τρόπο μπορεί,

δανειζόμενη, σκληρά εργαζόμενη, προσευχόμενη..

Ζωή δίχως κληροδότημα τη θεωρεί ζωή χαμένη.

Αφοσιώνεται βαθιά όπως μπορεί και όπως γίνεται, βουτάει βαθιά στο μόνο βάθος που δε σε χωνεύει στη χοάνη της δίνης του, εκείνο της Αγάπης.

Αγαπάει χωρίς πτυχία, άνευ όρων και ανταμοιβών.

Δε ζητάει τίποτα πίσω.

Αρκετοί εκεί έξω μεγαλώσαμε μέσα σε σπιτικές ευωδιές, αρώματα νυχτολούλουδων, βόλτες σ’ ακίνδυνες γειτονίες με σκισμένα γόνατα και πολύ -ορθολογική και μη- αγάπη.

Πολλά απ’ εκείνα που σε πραγματικό χρόνο μας καταπίεσαν, σήμερα αποτελούν τον χάρτη του εαυτού μας και αυτόνομα μέσα μας φωνάζουν Νοσταλγία.

Καθόμαστε όλοι στο μοναστηριακό μας οικογενειακό συνάθροισμα.

Εύχομαι να είναι όλοι εκεί αναπνέοντες, ευλογημένοι στη θέση τους για να φορέσουμε για άλλη μια φορά, αλογάριαστα τους εαυτούς μας, μπροστά σε βλέμματα και αυτιά καλοπροαίρετα.

Ο κόσμος αχανής και απρόσωπος, μα εμείς όλοι μεταξύ μας τόσο απαραίτητοι, στολισμένοι μ’ αληθινά χαμόγελα και κοινές έννοιες.

Μόνη μας υποχρέωση να δώσουμε πίσω στον κόσμο, το ισοδύναμο που λάβαμε απ’ αυτόν.

Θα μπορέσουμε;

Χριστίνα Ανδριανού

 

Προηγούμενο άρθροΤΟΕΒ Τρικάλων: Αποτελέσματα εκλογής μελών Δ.Σ – Πρώτος σε ψήφους ο Μόσχος Κυτούδης
Επόμενο άρθροΒ’/θμια Εκπ/ση Ημαθίας: Αναλυτικό Πρόγραμμα των εξετάσεων του Κρατικού Πιστοποιητικού Γλωσσομάθειας