Το τραύμα δεν είναι μόνο η πράξη, η βία, η απώλεια ή η απειλή…

Το τραύμα δεν είναι απλώς ένα γεγονός που συνέβη κάποτε. Είναι το αποτύπωμα της ανθρώπινης εμπειρίας όταν η ζωή μάς βρήκε απροστάτευτους. Δεν γεννιέται μόνο από την ένταση ενός συμβάντος, αλλά κυρίως από την απουσία ενός βλέμματος, ενός σώματος, μιας φωνής που θα μπορούσε να σταθεί δίπλα μας τη στιγμή που το χρειαζόμασταν. Το τραύμα είναι η εμπειρία του να μείνεις μόνος. Να περάσεις κάτι δυσβάσταχτο χωρίς τη ζεστασιά ενός άλλου ανθρώπου που θα ρύθμιζε τον φόβο, θα κρατούσε το χέρι ή θα έλεγε το πιο απλό: «Είμαι εδώ».

Στην ψυχολογία γνωρίζουμε ότι ο οργανισμός αντέχει πολλά. Το νευρικό μας σύστημα είναι φτιαγμένο για να διαχειρίζεται ένταση, κίνδυνο, ανατροπές. Εκείνο που δυσκολεύεται να αντέξει είναι η απουσία συντονισμού με έναν άλλο άνθρωπο. Η ανθρώπινη ρύθμιση –το να με ηρεμεί η παρουσία σου, να καταλαγιάζει ο φόβος μου επειδή αναπνέεις δίπλα μου– είναι ένας από τους πιο ισχυρούς μηχανισμούς προστασίας. Όταν αυτή η ρύθμιση λείπει, τότε ακόμη και οι στιγμές που θα μπορούσαν να ξεπεραστούν γίνονται ανεπεξέργαστες. Μετατρέπονται σε εσωτερικές ρωγμές.

Έτσι, το τραύμα δεν είναι μόνο η πράξη, η βία, η απώλεια ή η απειλή. Είναι η διάλυση του δεσμού. Είναι το ότι δεν υπήρξε κάποιος να δει αυτό που συμβαίνει, να το ονομάσει, να το μοιραστεί, να το κρατήσει προσωρινά για εμάς. Το νευρικό σύστημα, χωρίς αυτή τη στήριξη, μαθαίνει να λειτουργεί σε κατάσταση μόνιμης υπερεγρήγορσης ή παγώματος. Και ο άνθρωπος, μέσα στα χρόνια, κουβαλάει μια αίσθηση ότι «είμαι μόνος μου απέναντι στον κόσμο». Αυτό είναι το βαθύτερο κομμάτι του τραύματος.

Η θεραπεία έρχεται ως αντίστροφη κίνηση: προσφέρει αυτό που τότε δεν υπήρξε. Έναν χώρο ασφάλειας, ρυθμού και σχέσης. Δεν αλλάζει το παρελθόν, αλλά αλλάζει το νοηματικό και σωματικό του αποτύπωμα. Όταν το τραυματικό υλικό συναντά έναν άνθρωπο που παραμένει παρών, που αντέχει, που δεν τρομάζει από το σκοτάδι, τότε κάτι μέσα μας επανακωδικοποιείται. Το σώμα αρχίζει να μαθαίνει ότι μπορεί να ζει χωρίς συνεχή επιφυλακή. Ο νους βρίσκει λόγια εκεί που κάποτε υπήρχε μόνο μούδιασμα. Η ψυχή ξαναβρίσκει τη δυνατότητα να αισθανθεί χωρίς να φοβάται ότι θα καταρρεύσει.

Η επεξεργασία του τραύματος δεν είναι διαδικασία γρήγορη ούτε γραμμική. Είναι μια επιστροφή στη χαμένη σύνδεση. Μια ήρεμη, σταθερή επανεκπαίδευση του εαυτού στο ότι δεν είμαστε μόνοι. Και σε αυτήν την επανεκπαίδευση, ο θεραπευτικός δεσμός λειτουργεί σαν αντίδοτο: εκεί που κάποτε υπήρχε απόλυτη μοναξιά, τώρα υπάρχει σχέση. Εκεί που κάποτε το σώμα πάγωνε, τώρα μπορεί να κινηθεί ξανά. Εκεί που ο πόνος έμοιαζε αμίλητος, τώρα μπορεί να ειπωθεί και να λάβει απάντηση.

Τελικά, το τραύμα μάς υπενθυμίζει την πιο ευάλωτη αλλά και την πιο βαθιά αλήθεια της ανθρώπινης ύπαρξης: ότι χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλον για να αντέχουμε. Και η θεραπεία γίνεται ο τόπος όπου αυτή η ανάγκη δεν ντροπιάζεται αλλά τιμάται – και όπου η μοναξιά που κάποτε δημιούργησε το τραύμα αρχίζει, αργά και σταθερά, να μεταμορφώνεται σε σύνδεση.

Γράφει ο Ψυχολόγος-Σύμβουλος Γάμου Γιάννης Ξηντάρας

Προηγούμενο άρθροΜ. Χαρακόπουλος: Κανένας «Φραπές» δεν θα μπορεί πλέον να λαμβάνει επιδοτήσεις – Πληρωμές μέχρι τις γιορτές